επίκουρος — (Σάμος ή Αθήνα 341 π.Χ. – Αθήνα 270 π.Χ.). Φιλόσοφος. Παρακολούθησε τη διδασκαλία του πλατωνικού Παμφίλου, του Ξενοκράτη, του περιπατητικού Πραξιφάνη, ύστερα του Ναυσιφάνη, μαθητή του Δημόκριτου, και του Πύρρωνα, κάθε φορά ανάλογα με τον τόπο… … Dictionary of Greek
μοσχομπίζελο — Κοινή ονομασία του ετήσιου δικοτυλήδονου φυτού Lathyrus nissolia, της οικογένειας των ψυχανθών. Το μ. έχει μακρύ, λεπτό, συχνά αναρριχώμενο βλαστό, που μπορεί να ξεπερνά το 1,50 μ. σε ύψος. Τα φύλλα του είναι σύνθετα και καταλήγουν σε έλικες, με… … Dictionary of Greek
Κολοκοτρώνης, Γενναίος — (1805 – 1868). Αγωνιστής του 1821, στρατιωτικός, πολιτικός, πρωθυπουργός (1862), γιος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (βλ. λ.). Το πραγματικό του όνομα ήταν Ιωάννης, αλλά επονομάστηκε Γενναίος, λόγω της γενναιότητας που επέδειξε στη διάρκεια του Αγώνα.… … Dictionary of Greek